Το πρωί της Μ. Παρασκευής ψάλλονται στους Ναούς οι «Μεγάλης Ώρες» (Πρώτη, Τρίτη, Έκτη και Ενάτη). Λέγονται «Μεγάλες» και για το μήκος τους και διότι αναφέρονται σε μεγάλα και θαυμαστά γεγονότα. Λέγονται ακόμη και «Βασιλικές», γιατί κατά τη Βυζαντινή εποχή τις παρακολουθούσε και ο βασιλιάς. Οι ώρες περιέχουν Ψαλμούς, Τροπάρια, Προφητείες, Αποστόλους, Ευαγγέλια και Ευχές. Στον εσπερινό της Μ. Παρασκευής, που τελείται και αυτός το πρωί, ψάλλεται ως Δοξαστικό των Αποστίχων το εξής τροπάριο: «Σε, τον αναβαλλόμενον το φως ώσπερ ιμάτιον, καθελών ο Ιωσήφ από του ξύλου συν Νικοδήμω και θεωρήσας νεκρόν, γυμνόν, άταφον, ευσυμπάθητον θρήνον αναλαβών, οδυρόμενος έλεγεν - οίμοι γλυκύτατε Ιησού! Ον προ μικρού ο ήλιος εν σταυρώ κρεμάμενον θεασάμενος, ζόφον περιεβάλλετο και η γη τω φόβω εκυμαίνετο και διερρήγνυτο ναού το καταπέτασμα. Αλλ' ιδού νυν βλέπω σε δι' εμέ εκουσίως υπελθόντα θάνατον. Πώς Σε κηδεύσω, Θεέ μου; Ή πώς συνδόσιν ειλήσω; Ποίαις χερσί δε προσψαύσω το Σον ακήρατον σώμα; Η ποία άσματα μέλψω τη Ση εξόδω οικτίρμον; Μεγαλύνω τα πάθη Σου, υμνολογώ και την ταφήν Σου συν τη αναστάσει, κραυγάζων: Κύριε δόξα Σοι». Η απόδοση του τροπαρίου έχει ως εξής: Όταν ο Ιωσήφ, μαζί με τον Νικόδημο, κατέβασε από τον Σταυρό Εσένα, που φορείς το φως ως ένδυμα και Σε είδε νεκρό, γυμνό, άταφο άρχισε θρήνο γεμάτο από συμπόνια και κλαίοντας έλεγε: Αλίμονο σε μένα, γλυκύτατε Ιησού! Πριν από λόγο ο ήλιος επειδή Σε είδε κρεμασμένο επάνω στον Σταυρό, ντύθηκε βαθύ σκοτάδι και η γη συνταρασσόταν από τρόμο και το παραπέτασμα του Ναού σχιζόταν στα δύο. Αλλά να τώρα εγώ βλέπω ότι Εσύ δέχτηκες να υποστείς τον θάνατο με τη θέλησή Σου για χάρη μου. Πώς θα σε κηδεύσω, Θεέ μου; Ή πώς θα Σε περιτυλίξω με σεντόνια; Με ποια χέρια θα αγγίξω το αμόλυντο σώμα Σου; Ή ποια θρηνώδη άσματα θα ψάλω κατά την εκφορά Σου, εύσπλαχνε Κύριε; Δοξολογώ τα πάθη Σου, εγκωμιάζω με ύμνους και την ταφή Σου μαζί με την Ανάσταση Σου και κραυγάζω: Κύριε, δόξα Σοι! Πρόκειται για ένα από τα κορυφαία ποιητικά δημιουργήματα της εκκλησιαστικής μας ποίησης. Οι πιστοί το απολαμβάνουν μέσα σε ατμόσφαιρα μεγάλης κατάνυξης, η οποία ενισχύεται και από το τελετουργικό της Αποκαθήλωσης. Στο συγκεκριμένο τροπάριο υπάρχουν επιδράσεις από τον Δαβίδ («αναβαλλόμενον φως ως ιμάτιον») Ψαλμός 103, 2, από το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο 15, 46 («Ο Ιωσήφ καθελών αυτόν ενείλησε τη συνδόνι») και από το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο 27, 51 («Το καταπέτασμα του Ναού εσχίσθη ... και η γη εσείσθη»). Κυρίαρχο στοιχείο είναι η αντίθεση ανάμεσα στο φως το οποίο σαν ιμάτιο περιβάλλει τον Ιησού και το σκοτάδι με το οποίο ντύθηκε ο ήλιος. Τη θεϊκή γαλήνη και το μεγαλείο διαδέχεται μια νέα κατάσταση. Υπάρχει το πρωθύστερο σχήμα ανάμεσα στο «καθελών» και στο «θεωρήσει». Η θέα του νεκρού με το γυμνό άταφο σώμα προκαλεί τον θρήνο και τον οδυρμό. Το σχετλιαστικό επιφώνημα «οίμοι» σε συνδυασμό με την προσφώνηση «γλυκύτατε Ιησού» αποκαλύπτει το μέγεθος του πόνου του Ιωσήφ. Συγχρόνως όμως έρχονται στον νου εικόνες οικείες στους ανθρώπους, που μοιρολογούν για τον θάνατο αγαπημένων προσώπων. Μέσα από την αντίθεση ανάμεσα στο πριν και στο τώρα («προ μικρού») εμφανίζεται η απόγνωση και η απελπισία που μετριάζονται όμως από τη βεβαιότητα πως ό,τι συνέβη ήταν συνέπεια της συγκαταβάσεως του Ιησού και αποσκοπούσε στη σωτηρία του ανθρώπου («εκουσίως δι' εμέ υπελθόντα θάνατον»). Δεσπόζουσα όμως θέση έχει το δέος που νιώθει ο Ιωσήφ, συνειδητοποιώντας το έργο το οποίο έχει να επιτελέσει. Δέος που εκφράζεται με σειρά ερωτημάτων («Πώς Σε κηδεύσω, πώς συνδόσιν ειλήσω, ποίαις χερσί προσψαύσω το Σον ακήρατον σώμα; ποία άσματα μέλψω τη Ση εξόδω;»). Η κατάληξη με τους ρηματικούς τύπους «μεγαλύνω», «υμνολογώ», «κραυγάζων» σηματοδοτεί εσωτερική αγαλλίαση στον ύψιστο βαθμό, οφειλόμενη στη θεότητα του Ιησού. Υπάρχει ακόμη η παρομοίωση «το φως ώσπερ ιμάτιον», το πολυσύνδετο σχήμα «περιεβάλλετο και εκυμαίνετο και διερρήγνυτο του Ναού το καταπέτασμα», το ασύνδετο σχήμα «θεωρήσας νεκρόν, γυμνόν, άταφον», η μεταφορά «Καθελών ο Ιωσήφ από του ξύλου», οι προσφωνήσεις «γλυκύτατε Ιησού, Θεέ μου, οικτίρμον Κύριε», οι μεγαλειώδεις εικόνες, τα επίθετα «ευσυμπάθητον θρήνον, γλύκύτατε Ιησού, το ακήρατον σώμα», η εναλλαγή στη δομή της σύνταξης είναι ορισμένα από τα βασικά γνωρίσματα που λαμπρύνουν το ποίημα. Όλα τα παραπάνω αναδεικνύονται περισσότερο από το γεγονός ότι το τροπάριο ψάλλεται κατά τον πλ. Α' ήχο.
Μιχ. Καβουλάκης