Ιωάννης ο Χρυσόστομος: Ομιλία εις το "Τούτο δε γινώσκετε, ότι εν εσχάταις ημέραις έσονται καιροί χαλεποί"
Εισαγωγή
Η ομιλία σχολιάζει το αποστολικό ρητό, «Τούτο δε γινώσκετε, ότι εν εσχάταις ημέραις έσονται καιροί χαλεποί», Β' Τιμ. 3,1, και αναφέρεται στις συμφορές που θα συσσωρευθούν κατά το τέλος της παρούσας ζωής. Στα δύο πρώτα μέρη της ομιλίας ο Χρυσόστομος τονίζει τη μεγάλη δύναμη της πίστης που βλέπει όσα δε φαίνονται, παρουσιάζει τον Αβραάμ ως παράδειγμα πίστης και υπογραμμίζει ότι η πίστη «είναι ισχυρό στήριγμα και λιμάνι ασφαλές, γιατί απαλλάσσει από την πλάνη των λογισμών και οδηγεί την ψυχή σε ησυχία».
Στη συνέχεια θέτει το θέμα της ομιλίας του, που είναι το παραπάνω χωρίο, και επισημαίνει ότι οι άγιοι ενδιαφέρονται όχι μόνο για τους ανθρώπους της εποχής τους, αλλά και για τις μεταγενέστερες γενεές. Έπειτα παρουσιάζει πρώτα τον Πέτρο και ύστερα τον Παύλο ως παράδειγμα στοργικών ποιμένων που ενδιαφέρονται και για τα μελλοντικά και τονίζει ότι οι πιστοί αποτελούν ένα σώμα που ούτε ο χρόνος ούτε ο τόπος μπορεί να το χωρίσει, γιατί είναι δεμένοι μεταξύ τους με τους δεσμούς της αγάπης.
Απαντώντας στο ερώτημα, για ποιο λόγο οι συμφορές θα συσσωρευθούν στο τέλος της παρούσας ζωής, λέγει ότι είναι οι τιμωρίες των αμαρτιών και τα φάρμακα των ασθενειών του ανθρώπου. Το τέλος είναι άγνωστο για να μας κρατάει ξάγρυπνους και να έχουμε συνεχώς αναμμένο το φως της πίστης και της ορθής μας ζωής. Τελειώνει την ομιλία λέγοντας πως επιθυμία του είναι ν' απολαμβάνει την αγάπη του ποιμνίου του.
Κείμενο
1. Είμαι αδύναμος και φτωχός και άπειρος από διδακτικούς λόγους, αλλά όταν βλέπω τη σύναξή σας ξεχνώ την αδυναμία, αγνοώ τη φτώχεια, δε γνωρίζω την απειρία- γιατί τέτοια είναι η τυραννία της αγάπης σας. Γι' αυτό και πιο πρόθυμα από τους πλουσίους σάς παραθέτω το τραπέζι της φτώχειας μου.
Και γι' αυτή τη μεγαλοψυχία αίτιοι είστε εσείς, που με την προθυμία σας για ακρόαση διεγείρετε τους αποθαρρυμένους, αφοσιώνεστε στην ακρόαση και κρέμεστε από τα χείλη του ομιλητή. Έτσι και οι νεοσσοί των χελιδονιών, όταν δουν τη μητέρα τους να πετάει κοντά τους, σκύβουν έξω από τη φωλιά και κρεμούν το λαιμό τους και παίρνουν έτσι την τροφή από εκείνη. Έτσι και σεις βλέποντας με πολλή προθυμία προς τον ομιλητή, δέχεστε την ομιλία που σας φέρνει η γλώσσα του, και πριν ακόμη τα λόγια βγουν από το στόμα μου τα αρπάζει η διάνοιά σας.
Ποιος λοιπόν δε θα μακάριζε και σας και μένα γι' αυτά, επειδή απευθύνεται ο λόγος μου «σε ανθρώπους που ακούν»; Κοινός ο κόπος, κοινό και το στεφάνι" κοινό το κέρδος, κοινός και ο μισθός. Γι' αυτό και ο Χριστός μακάρισε τους μαθητές λέγοντας" «είναι μακάρια τα μάτια σας γιατί βλέπουν, και τα αυτιά σας γιατί ακούν». Επιτρέψτε με αυτά τα λόγια να τα πω και σε σας, γιατί και σεις δείχνετε την ίδια προθυμία" «μακάρια τα μάτια σας γιατί βλέπουν, και τα αυτιά σας γιατί ακούν».
Αλλά ότι ακούν τα αυτιά σας είναι φανερό, ότι όμως και τα μάτια σας βλέπουν, όπως έβλεπαν οι μαθητές τότε, θα προσπαθήσω να το αποδείξω αυτό για να μη είναι μισός ο μακαρισμός σας αλλά ολόκληρος. Τι λοιπόν έβλεπαν τότε οι μαθητές; Νεκρούς να ανασταίνονται, τυφλούς να βλέπουν, λεπρούς να καθαρίζονται, δαιμόνια να διώχνονται, χωλούς να βαδίζουν, κάθε αμάρτημα της φύσης να διορθώνεται.
Αυτά βλέπετε και σεις τώρα, αν και όχι με τα μάτια του σώματος αλλά με τα μάτια της πίστης. Γιατί τέτοια είναι τα μάτια της πίστης" βλέπουν εκείνα που δε φαίνονται και κατανοούν εκείνα που δεν έγιναν ακόμη. Από που φαίνεται αυτό, το ότι δηλαδή η πίστη οδηγεί στη θέα και τη βεβαίωση εκείνων που δε βλέπονται; Άκουσε τον Παύλο που λέγει" «η πίστη κάνει πραγματικά εκείνα που ελπίζουμε και βέβαια εκείνα που δε βλέπουμε».
Και το θαυμαστό βέβαια είναι ότι τα μάτια του σώματος βλέπουν εκείνα που φαίνονται αλλά δε βλέπουν εκείνα που δε φαίνονται, ενώ τα μάτια της πίστης κάνουν το εντελώς αντίθετο, δε βλέπουν εκείνα που φαίνονται αλλά βλέπουν εκείνα που δε φαίνονται. Και ότι δε βλέπουν εκείνα που φαίνονται και βλέπουν εκείνα που δε φαίνονται το φανέρωσε ο Παύλος λέγοντας τα εξής" «η προσωρινά ελαφριά θλίψη μας προετοιμάζει για μας υπερβολικά μεγάλο πλούτο αιώνιας δόξας, γιατί το βλέμμα μας δεν προσηλώνεται σ' αυτά που φαίνονται αλλά σ' εκείνα που δε φαίνονται».
Και πώς θα μπορούσε να δει κανείς αυτά που δε φαίνονται; Πώς αλλιώς παρά μόνο με τα μάτια της πίστης; Έτσι και αλλού λέγει" «με την πίστη καταλαβαίνουμε πως δημιουργήθηκε το σύμπαν». Πώς; Γιατί δεν ξέρουμε. «Επομένως αυτά που βλέπουμε δημιουργήθηκαν από εκείνα που δε φαίνονται», λέγει. Θέλετε να φέρω και άλλη μαρτυρία, ότι τα μάτια της πίστης βλέπουν εκείνα που δε φαίνονται; Γράφοντας κάποτε στους Γαλάτες ο Παύλος έλεγε" «εσείς που είδατε με τα μάτια σας την εικόνα του σταυρωμένου Ιησού Χριστού».
2. Τι λέγεις, μακάριε Παύλε; τον είδαν οι Γαλάτες να σταυρώνεται στη Γαλατία; δεν παραδεχόμαστε όλοι ότι το πάθος έγινε στην Παλαιστίνη στη μέση της Ιουδαίας; Πώς λοιπόν τον είδαν να σταυρώνεται οι Γαλάτες; Με τα μάτια της πίστης και όχι με τα μάτια του σώματος. Είδες πώς τα μάτια της πίστης βλέπουν εκείνα που δε φαίνονται; Από τόσο λοιπόν μεγάλο διάστημα και ύστερα από τόσα χρόνια είδαν το Χριστό να σταυρώνεται.
Έτσι και σεις βλέπετε τους νεκρούς να ανασταίνονται" έτσι σήμερα είδατε το λεπρό να καθαρίζεται· έτσι είδατε τον παράλυτο να σηκώνεται και τον είδατε καλύτερα από τους παρόντες τότε Ιουδαίους. Γιατί εκείνοι αν και παρόντες δεν παραδέχθηκαν το θαύμα, ενώ εσείς αν και απόντες παραδεχθήκατε την πίστη. Επομένως δίκαια είπα σε σας ότι «είναι μακάρια τά μάτια σας γιατί βλέπουν».
Αν όμως και από αλλού θέλεις να μάθεις ότι τα μάτια της πίστης βλέπουν εκείνα που δε φαίνονται ενώ προσπερνούν αυτά που φαίνονται (γιατί δε θα μπορούσαν αλλιώς να δουν εκείνα που δε φαίνονται, παρά μόνο αν περιφρονούσαν αυτά που λέχθηκαν), άκουσε τον Παύλο που μιλώντας για τον Αβραάμ λέγει ότι με τα μάτια της πίστης είδε τον υιό του Ισαάκ να γεννιέται και έτσι δέχθηκε την υπόσχεση. Τι λοιπόν λέγει; «Και επειδή δεν κλονίστηκε στην πίστη, δε σκέφθηκε το σώμα του που ήταν νεκρό». Είναι μεγάλη η δύναμη της πίστης.
Γιατί όπως «οι σκέψεις των ανθρώπων είναι δειλές και αδύνατες», έτσι η πίστη είναι ισχυρή και δυνατή. «Δε σκέφθηκε ότι το σώμα του είναι νεκρό». Βλέπεις πώς άφησε αυτά που φαίνονται; πώς δεν είδε τα γηρατειά; Αν και βέβαια τα είχε μπροστά στα μάτια του, όμως έβλεπε με τα μάτια της πίστης και όχι του σώματος. Γι' αυτό δεν είδε τα γηρατειά ούτε τη νέκρωση της Σάρρας. Δε σκέφθηκε «τη νέκρωση της μήτρας της Σάρρας». Εδώ μας υπαινίσσεται τη στείρωση.
Η αδυναμία λοιπόν ήταν διπλή, η μια από την ηλικία και η άλλη από την αδυναμία της φύσης. Γιατί όχι μόνο το σώμα ήταν εξ αιτίας της ηλικίας άχρηστο για να τεκνοποιήσει, αλλά και η ίδια η μήτρα είχε νεκρωθεί και το εργαστήρι της φύσης ήταν και πριν τα γηρατειά άχρηστο εξ αιτίας της στείρωσης. Είδες πόσα εμπόδια υπήρχαν; Τα γηρατειά του άνδρα, τα γηρατειά της γυναίκας, η στείρωση που ήταν πιο άχρηστη από τα γηρατειά" γιατί ασφαλώς αυτό ήταν το μεγάλο εμπόδιο για την τεκνοποίηση.
Αλλ' όμως τα παρέβλεψε όλα αυτά και με τα μάτια της πίστης ανέβηκε στους ουρανούς, έχοντας μέγιστη απόδειξη των υποσχέσεων τη δύναμη εκείνου που έδωσε τις υποσχέσεις. Γι' αυτό «στην υπόσχεση του Θεού δεν απίστησε αλλά δυνάμωσε η πίστη του». Η πίστη λοιπόν είναι ένα ισχυρό στήριγμα και λιμάνι ασφαλές, γιατί απαλλάσσει από την πλάνη των λογισμών και επαναπαύει την ψυχή σε πολλή ησυχία.
«Μακάρια τα μάτια σας γιατί βλέπουν». Είναι ανάγκη λοιπόν να επανέλθουμε σ' αυτόν το λόγο. Και βέβαια έβλεπαν και οι Ιουδαίοι τότε εκείνα που γίνονταν. Αλλά δε μακαρίζει αυτή την εξωτερική όραση, γιατί αυτή δε βλέπει από μόνη της τα θαύματα, αλλά η εσωτερική. Εκείνοι είδαν έναν τυφλό και έλεγαν" «αυτός είναι, αυτός δεν είναι, ας καλέσουμε τους γονείς του». Ακούς αυτούς που αμφιβάλλουν; βλέπεις ότι δεν αρκεί η όραση του σώματος για να δουν το θαύμα; Εκείνοι που ήταν παρόντες και θεατές έλεγαν, «αυτός είναι, δεν είναι αυτός», ενώ εμείς οι μη παρόντες δε λέμε, «αυτός είναι, αυτός δεν είναι», αλλά «αυτός είναι».
Έμαθες ότι δε βλάπτει καθόλου η απουσία όταν υπάρχουν τα μάτια της πίστης και ότι δεν ωφελεί καθόλου η παρουσία όταν δεν υπάρχουν τα μάτια της πίστης; Γιατί τι τους ωφέλησε εκείνους το ότι είδαν; Τίποτε. Εμείς είδαμε πιο καθαρά από εκείνους. Αφού λοιπόν τα μάτια σας βλέπουν θέαμα και τα αυτιά σας ακούν λόγια που τα μακάρισε ο Χριστός, εμπρός ας σας παραθέσω τα μαργαριτάρια των Γραφών.
Όπως λοιπόν ο Χριστός δεν έλυσε τα ζητήματα στους Ιουδαίους αλλά επέτεινε την ασάφεια, επειδή δεν πρόσεχαν, έτσι ακριβώς και σε σας, επειδή προσέχετε, πρέπει να παρουσιάσω όσα είναι κρυμμένα. Γιατί και οι μαθητές πλησίασαν τον Ιησού και με απορία του έλεγαν «γιατί τους μιλάς με παραβολή;» Και ο Ιησούς απάντησε, «επειδή αν και βλέπουν δε κατανοούν αυτά που βλέπουν».
Επειδή λοιπόν και σεις είδατε χωρίς να δείτε, είναι ανάγκη να μη σας μιλήσω με παραβολή. Ακόμη είπε, «αν και ακούν όμως δεν ακούν». Επειδή λοιπόν εσείς χωρίς να ακούσετε τότε ακούτε τώρα όχι λιγότερο από το αν ακούατε τότε, πρέπει να μη σας στερήσω αυτό το τραπέζι. Γιατί και ο Χριστός τους μακάρισε αυτούς όχι λιγότερο από εκείνους. «Είδες», λέγει, «και πίστεψες. Μακάριοι εκείνοι που δεν είδαν και πίστεψαν».
Μη λοιπόν γίνεστε οκνηροί στην αρετή, γιατί δεν ανήκετε σ' εκείνους τους χρόνους αλλά στη σημερινή εποχή. Γιατί αν θέλεις δε θα ζημιωθείς, όπως ακριβώς και πολλοί από τους τότε, επειδή δεν ήθελαν, δεν ωφελήθηκαν.
3. Τι λοιπόν διαβάστηκε σήμερα; «Να γνωρίζετε και αυτό, ότι κατά τις έσχατες ημέρες θα έρθουν καιροί δύσκολοι». Στον Τιμόθεο πάλι γράφει ο Παύλος. Φοβερή είναι η απειλή, αλλά ας προσέξουμε. Γιατί μας υπαινίσσεται τους σημερινούς καιρούς και τους επόμενους και αυτούς που αναφέρονται στη συνέχεια του κόσμου. «Να γνωρίζετε και αυτό, ότι κατά τις έσχατες ημέρες θα έρθουν καιροί δύσκολοι». Σύντομη η φράση και μεγάλη η δύναμή της.
Γιατί όπως τα αρώματα φανερώνουν τη μυρωδιά τους όχι με το πλήθος αλλά με τη φύση τους, έτσι και οι θείες Γραφές μάς παρέχουν όλη την ωφέλειά τους όχι με το πλήθος των φράσεων αλλά με τη δύναμη του περιεχομένου τους. Έτσι και η φύση του θυμιάματος και από μόνη της μοσχοβολάει, όταν όμως τη ρίξεις στη φωτιά, τότε φανερώνει όλη την ευχαρίστηση που προσφέρει. Έτσι και η θεία Γραφή και από μόνη της είναι γλυκύτατη, όταν όμως κυριέψει την ψυχή σας σαν να έπεσε σε θυμιατήριο, όλο τον οίκο τον γεμίζει από τη μυρωδιά της.
«Να γνωρίζετε και αυτό, ότι κατά τις έσχατες ήμερες θα έρθουν καιροί δύσκολοι». Μιλάει για τη συντέλεια του κόσμου.
Τι σε ενδιαφέρει λοιπόν, μακάριε Παύλε; τι ενδιαφέρει επίσης τον Τιμόθεο; τι και εκείνους που τότε το άκουαν αυτό; Γιατί ύστερα από λίγο πρόκειται να πεθάνουν, να γλυτώσουν από τα επερχόμενα δεινά και τούς κακούς ανθρώπους. Δε βλέπω μόνο τα παρόντα, λέγει, αλλά βλέπω από τώρα και τα μελλοντικά. Δε φροντίζω για το σημερινό ποίμνιο αλλά αγωνιώ και φοβούμαι και για το μελλοντικό. Και εμείς βέβαια μόλις και με δυσκολία φροντίζουμε για τους ανθρώπους που βρίσκονται μαζί μας, εκείνος όμως δείχνει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον και γι' αυτούς που δε γεννήθηκαν ακόμη. Έτσι και ένας ποιμένας άριστος δε φωνάζει μόνο όταν δει τους λύκους να επιτίθενται στο ποίμνιο και να πλησιάζουν τα πρόβατα, αλλά και όταν ακόμη είναι μακριά ειδοποιεί τους άλλους.
Έτσι και ο Παύλος, σαν ένας άριστος ποιμένας, καθισμένος στον υψηλό τόπο του προφητικού αξιώματος και βλέποντας από πριν με τα προφητικά του μάτια από ψηλά να επιτίθενται τα θηρία, να ορμούν κατά τη συντέλεια του κόσμου και να κατευθύνονται εναντίον του ποιμνίου προλέγει και επιβεβαιώνει το γεγονός από πριν, με σκοπό και εκείνους που δε γεννήθηκαν ακόμη να προετοιμάσει για να αγρυπνούν και όλο το ποίμνιο να προφυλάξει με την προφητεία.
Γιατί και ένας φιλόστοργος πατέρας πολλές φορές κατασκευάζοντας σπίτι για τα παιδιά του το κάνει τόσο λαμπρό και μεγάλο, ώστε να γίνει χρήσιμο όχι μόνο σ' εκείνα αλλά και στα εγγόνια και στους επόμενους απ' αυτά. Έτσι και ένας βασιλιάς όταν περιβάλει μία αγαπημένη του πόλη εξωτερικά με τείχος, κάνει αυτό ασφαλές και ισχυρό και μόνιμο, για να εξυπηρετεί όχι μόνο στη γενεά του αλλά και για να γίνει χρήσιμο σε όλους τους μεταγενέστερους, κατάλληλο Οχι μόνο για τις τότε πολιορκητικές μηχανές αλλά και για τις μελλοντικές επιθέσεις.
Έτσι έκαμε και ο Παύλος. Επειδή δηλαδή οι επιστολές είναι τα αποστολικά τείχη των εκκλησιών, προφυλάσσει μ' αυτές όχι μόνο εκείνους που ζούσαν τότε αλλά και τους μεταγενέστερους. Και τόσο ισχυρό και αρραγή κατασκεύασε αυτόν τον περίβολο και τον περιέφερε με κάθε ασφάλεια σε ολόκληρη την οικουμένη, ώστε και τους τότε και τους μεταγενέστερους και τους σημερινούς και τους αμέσως επόμενους μέχρι την παρουσία του Χριστού να τους απαλλάξει από την πολιορκία των εχθρών. Τέτοιες είναι οι ψυχές των αγίων" φιλόστοργες, κηδεμονικές, καλύπτοντας με την αγάπη την πατρική εύνοια, νικώντας τη φιλοστοργία της φύσης και ξεπερνώντας εκείνες τις ωδίνες, γιατί είναι του Πνεύματος και της θείας χάριτος.
4. Θέλετε να σας δείξω και από αλλού πάλι ότι οι άγιοι δε φροντίζουν για τα δικά τους και ότι δεν ενδιαφέρονται μόνο για τους παρόντες αλλά και για τους μεταγενέστερους; «Όταν ο Ιησούς καθόταν στο όρος», λέγει, «τον πλησίασαν οι μαθητές», άνθρωποι που ήταν γερασμένοι και που επρόκειτο ύστερα από λίγο να φύγουν από την παρούσα ζωή. Τι λοιπόν ερωτούν; για τι αγωνιούν; για τι ενδιαφέρονται; για ποια πράγματα ερωτούν το διδάσκαλο; μήπως για πράγματα της δικής τους ζωής ή μήπως για πράγματα των ανθρώπων της εποχής εκείνης; Καθόλου.
Αλλά παρατρέχοντας όλα εκείνα τι λέγουν; «Ποιο είναι το σημάδι της δικής σου παρουσίας και της συντέλειας του κόσμου;». Είδες ότι και αυτοί ερωτούν για τη συντέλεια του κόσμου και φροντίζουν για τους ανθρώπους που θα γεννηθούν αργότερα; Γιατί οι απόστολοι δε βλέπουν τα δικά τους αλλά τα πράγματα των άλλων και όλοι μαζί και ξεχωριστά ο καθένας.
Ο Πέτρος λοιπόν ήταν ο κορυφαίος του χορού, το στόμα όλων των αποστόλων, η κεφαλή της ομάδας εκείνης, ο προστάτης όλης της οικουμένης, το θεμέλιο της Εκκλησίας, ο θερμός εραστής του Χριστού" γιατί λέγει, «Πέτρε, με αγαπάς περισσότερο απ' αυτούς;». Γι' αυτό αναφέρω τους επαίνους, για να μάθετε ότι πραγματικά αγαπάει το Χριστό" γιατί η φροντίδα για τους δούλους είναι μέγιστη απόδειξη της αγάπης προς τον Κύριο. Και δεν τα λέγω εγώ αυτά, αλλ' ο ίδιος ο αγαπώμενος Κύριος. «Αν με αγαπάς», λέγει, «ποίμαινε τα πρόβατά μου». Ας δούμε λοιπόν αν πραγματικά παρουσιάζει την προστασία που αρμόζει σε ποιμένα, αν πραγματικά έχει τη φροντίδα, αν πραγματικά αγαπάει τα πρόβατα, αν πραγματικά είναι φιλόστοργος για το ποίμνιο, για να μάθουμε καλά πως αγαπάει και τον ποιμένα" γιατί αυτό είπε πως είναι απόδειξη εκείνου.
Αυτός λοιπόν ο Πέτρος πέταξε όλα όσα είχε, το δίχτυ, όλα όσα βρίσκονταν στο πλοίο, και εγκατέλειψε τη θάλασσα, το επάγγελμα, το σπίτι. Και ας μη δούμε ότι είναι λίγα αυτά, αλλά ότι είναι όλα όσα είχε, και ας επαινέσουμε την προθυμία του. Γιατί και η γυναίκα που έρριξε τα δύο δηνάρια δεν κατέθεσε μεγάλο χρηματικό ποσό άλλ' έδειξε πολύ πλούσια προαίρεση, όπως ακριβώς και αυτός παρ' όλο που βρισκόταν σε μεγάλη φτώχεια παρουσίασε μεγάλο πλούτο προθυμίας. Όπως δηλαδή για άλλον ήταν τα κτήματα, οι δούλοι, τα κτίσματα και το χρυσάφι, έτσι για εκείνον ήταν το δίχτυ, η θάλασσα, το επάγγελμα και το πλοίο. Ας μη δούμε λοιπόν αν άφησε λίγα, αλλά αν δεν τα άφησε όλα. Γιατί αυτό είναι το ζητούμενο, όχι το αν καταθέσει κανείς λίγα ή πολλά, αλλά το να μην προσφέρει λιγότερα από τις δυνάμεις του.
Όλα λοιπόν αυτά τα άφησε, και πατρίδα και φίλους και συγγενείς και την ίδια του την ασφάλεια, γιατί και τον ιουδαϊκό λαό έκαμε εχθρό του μ' αυτόν τον τρόπο" «γιατί οι Ιουδαίοι», λέγει, «είχαν συμφωνήσει ήδη να αφορίζεται από τη συναγωγή όποιος παραδεχθεί τον Ιησού ως Μεσσία». Επομένως είναι φανερό πως δεν είχε αμφιβολίες ούτε δισταγμούς για τη βασιλεία των ουρανών, αλλά είχε υπερβολικά πεισθεί, και από την ίδια την απόδειξη των πραγμάτων και πριν απ' αυτή την απόδειξη από το στόμα του Σωτήρα, πως οπωσδήποτε θα την κληρονομήσει. Γιατί αφού είπε, «εμείς τα αφήσαμε όλα και σε ακολουθήσαμε, τι θα γίνει με μας;», τους απάντησε ο Χριστός" « θα καθίσετε σε δώδεκα θρόνους, για να κρίνετε τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ». Και αυτά τα ετοίμασα για να μην πεις ότι φοβάται για τον εαυτό του, όταν τον παρουσιάσω να αγωνιά για τους συνδούλους του. Γιατί πώς θα φοβόταν όταν το ίδιο το μέλλον αποφάσισε να τον στεφανώσει για τη νίκη και τα βραβεία του;
Αυτός λοιπόν ο Πέτρος, που άφησε τα πάντα, που πίστευε στη βασιλεία των ουρανών, όταν πλησίασε κάποτε το Χριστό ένας πλούσιος και του είπε, «τι να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή;» και ο Χριστός του αποκρίθηκε, «αν θέλεις να είσαι τέλειος, πήγαινε, πούλησε τα υπάρχοντά σου και μοίρασέ τα στους φτωχούς και έλα και ακολούθα με», και επειδή στη συνέχεια λυπήθηκε εκείνος γι' αυτό και ο Χριστός έλεγε στους μαθητές του, «βλέπετε πόσο δύσκολα μπαίνουν οι πλούσιοι στή βασιλεία των ουρανών αλήθεια σας λέγω ότι είναι ευκολότερο να περάσει μια καμήλα από την τρύπα μιας βελόνας παρά πλούσιος να μπει στη βασιλεία του Θεού», ο Πέτρος τότε, που δεν είχε κτήματα, που έλπιζε στη βασιλεία των ουρανών, που δε φοβόταν για τη δική του σωτηρία, που είχε πεισθεί καλά για την τιμή που τον περίμενε εκεί, αφού τα άκουσε αυτά έλεγε" «ποιος μπορεί να σωθεί;». Τι φοβάσαι, μακάριε Πέτρε; τι αγωνιάς; τι τρέμεις; Όλα τα έρριξες, όλα τα εγκατέλειψες. Ο λόγος είναι για τους πλουσίους, εναντίον αυτών στρέφεται το λεγόμενο, ενώ εσύ ζεις με φτώχεια και ακτημοσύνη. Δεν ενδιαφέρομαι, λέγει, για το δικό μου συμφέρον, αλλά ζητώ το συμφέρον των άλλων. Γι' αυτό, ελπίζοντας για τα δικά του, έκαμε την ερώτηση για τους άλλους, λέγοντας, «ποιος μπορεί να σωθεί;».
5. Είδες τη φροντίδα των αποστόλων; πως είναι ένα σώμα; είδες πώς ο Πέτρος ενδιαφερόταν και για τους συγχρόνους του και για τους μεταγενεστέρους του; Το ίδιο κάνει και ο Παύλος. Γι' αυτό έλεγε" «να γνωρίζετε ότι κατά τις έσχατες ημέρες θα έρθουν καιροί δύσκολοι». Και αλλού πάλι κάνει το ίδιο. Όταν λοιπόν επρόκειτο να φύγει από την Ασία και να πάει στη Ρώμη, και από εκεί να αναχωρήσει για τον ουρανό (γιατί ο θάνατος των αγίων δεν είναι θάνατος, αλλά μετάθεση από τη γη στον ουρανό, από τα χειρότερα στα καλύτερα, από τους συνδούλους στον Κύριο, από τους ανθρώπους στους αγγέλους)" όταν λοιπόν επρόκειτο να πάει προς τον Κύριο των όλων, το Θεό, ρύθμισε και όλα τά δικά του καλώς. Γιατί όσο καιρό ήταν με τους μαθητές του τους παρέδινε τη διδασκαλία με κάθε ακρίβεια, και λέγει, «είμαι αθώος από το αίμα όλων σας», και δεν παρέλειψα τίποτε, λέγει, απ' αυτά που έπρεπε να προσφερθούν για τη σωτηρία.
Τι λοιπόν; επειδή εξασφάλισε τον εαυτό του, επειδή δεν επρόκειτο να κατηγορηθεί από τον Κύριο για τους συγχρόνους του, μήπως αμέλησε για τις μεταγενέστερες ψυχές; Καθόλου. Αλλά σα να επρόκειτο να αναλάβει τις ευθύνες και για εκείνους, έτσι τους λέγει και εκείνα με κάθε ακρίβεια, τα οποία ας τα διαβάσουμε πάλι. «Προσέχετε», λέγει, «τον εαυτό σας και ολόκληρο το ποίμνιο». Είδες πώς ήταν δεμένος μαζί τους με τη φροντίδα; Γιατί ο καθένας από μας φροντίζει για τον εαυτό του, ενώ ο επίσκοπος για όλους. Γι' αυτό λέγει για τους διδασκάλους" «αυτοί αγρυπνούν για τη σωτηρία των ψυχών μας, επειδή θα δώσουν λόγο στο Θεό». Πραγματικά είναι φοβερό το βάρος να έχει κανείς τις ευθύνες για τόσο πολύ λαό. Αλλά, όπως σας είπα, όταν τους κάλεσε λέγει" «προσέχετε τον εαυτό σας και ολόκληρο το ποίμνιο, στο όποιο το άγιο Πνεύμα σας τοποθέτησε ποιμένες και επισκόπους».
Τι έγινε; για ποιο λόγο συμβουλεύεις; μήπως προβλέπεις κάποιο κακό; μήπως προβλέπεις κάτι φοβερό; μήπως υπάρχει κάποιος κίνδυνος, κάποια συμφορά, κάποιος πόλεμος; Απάντησε. Γιατί στέκεσαι ψηλότερα από μας και δε βλέπεις μόνο τα παρόντα, αλλά προβλέπεις και τα μελλοντικά. Πες λοιπόν για ποιο λόγο τα παραγγέλλεις και τα συμβουλεύεις αυτά. «Το ξέρω», λέγει, «ότι μετά την αναχώρησή μου θα εισβάλουν λύκοι άγριοι στο ποίμνιο». Είδες αυτό που έλεγα, πως δεν αγωνιά και δε φοβάται μόνο για τους συγχρόνους του, αλλά και για εκείνους που θα έρθουν μετά την αναχώρησή του; «Θά εισβάλουν λύκοι», λέγει, και όχι απλώς λύκοι αλλά, «λύκοι άγριοι, που δε θα λυπηθούν το ποίμνιο». Διπλός ο πόλεμος" απουσία του Παύλου και επίθεση των λύκων" ο διδάσκαλος θα είναι απών και αυτοί που κάνουν το κακό θα επιτεθούν. Και πρόσεχε την κακία των θηρίων και την επινόηση των πονηρών ανθρώπων" παρατήρησαν την απουσία του διδασκάλου και τότε επιτέθηκαν στο ποίμνιο.
Τι λοιπόν; μας αφήνεις απροστάτευτους και προλέγεις τα δεινά μόνο, αλλά δεν επινοείς καμιά παρηγοριά; Αν όμως κάνεις αυτό, αυξάνεις περισσότερο τη δειλία, καταβάλλεις το ηθικό, χαλαρώνεις τα νεύρα και παραλύεις τα χέρια των ακροατών. Γι' αυτό ακριβώς τους υπενθύμισε προηγουμένως το άγιο Πνεύμα· «στο οποίο το άγιο Πνεύμα σας τοποθέτησε ποιμένες και επισκόπους». Και αν ο Παύλος φύγει, λέγει, όμως είναι παρών ο Παράκλητος.
Είδες πώς έδωσε φτερά στην ψυχή τους, υπενθυμίζοντας τό θείο διδάσκαλο, από το οποίο και αυτός έπαιρνε δύναμη; Για ποιο λόγο λοιπόν τους έρριξε σε φόβο; Για να απομακρύνει πάλι την αδιαφορία τους. Γιατί εκείνος που συμβουλεύει πρέπει να τα κάνει και τα δύο" ούτε να αφήνει τον ακροατή να παίρνει θάρρος για να μη γίνει περισσότερο αδιάφορος, ούτε πάλι να τον φοβίζει μόνο για να μην καταντήσει δειλός. Υπενθυμίζοντας λοιπόν το άγιο Πνεύμα, απομάκρυνε τη δειλία" και αναφέροντας τους λύκους, έδιωξε την αδιαφορία.
«Λύκοι άγριοι που δε λυπούνται το ποίμνιο. Προσέχετε τον εαυτό σας. Τίποτε δε σας έκρυψα», λέγει, «να με θυμάστε». Γιατί πραγματικά είναι αρκετό στο να παίρνει θάρρος κανείς το να θυμάται τον Παύλο. Και δεν εννοεί απλώς τη δική του μνήμη αλλά τη μνήμη των κατορθωμάτων του.
Και ότι δεν εννοεί απλώς τη μνήμη του, αλλά και θυμούμενοι αυτόν να γίνουν μιμητές του, πρόσθεσε γι' αυτόν που θα ακούσει" «να με θυμάστε, ότι τρία χρόνια συνέχεια δεν έπαψα νύχτα και ημέρα να νουθετώ με δάκρυα και οδυρμούς πολλούς τον καθένα σας». Δε θέλω να θυμάστε εμένα μόνο, αλλά και το χρόνο και τη νουθεσία και το ενδιαφέρον μου και τα δάκρυα και όλους εκείνους τους οδυρμούς. Γιατί όπως στους άρρωστους οι συγγενείς τους, όταν πουν πολλά και δεν τους πείσουν να πάρουν τα κατάλληλα γι' αυτούς φαγητά και φάρμακα, χύνουν δάκρυα για να τους κάμψουν ακόμη περισσότερο, έτσι έκανε και ο Παύλος στους μαθητές" όταν έβλεπε να ασθενεί ο λόγος της διδασκαλίας, πρόσφερε τη θεραπεία με τα δάκρυα.
6. Ποιος δε θα ντρεπόταν βλέποντας τον Παύλο να χύνει δάκρυα και να οδύρεται, έστω και αν ήταν πιο αναίσθητος και από τις πέτρες; Είδες πώς και εκεί προείπε τά μελλοντικά; Και εδώ το ίδιο ακριβώς κάνει λέγοντας" «να γνωρίζετε και αυτό, ότι δηλαδή κατά τις έσχατες ήμερες θα έρθουν καιροί δύσκολοι». Και για ποιο λόγο το λέγει στον Τιμόθεο και δε λέγει, «ας προσέξουν όσοι θα γεννηθούν αργότερα ότι θα έρθουν καιροί δύσκολοι»; Αλλά γνώριζε εσύ, για να μάθεις ότι και ο μαθητής όμοια με το διδάσκαλο φροντίζει γι' αυτούς που θα γεννηθούν στο μέλλον. Γιατί αν δε φρόντιζε, δε θα ανέθετε με παρόμοιο τρόπο τη φροντίδα σ' εκείνον.
Το ίδιο κάνει και ο Χριστός. Όταν δηλαδή τον πλησίασαν οι μαθητές, θέλοντας να μάθουν τα σχετικά με τη συντέλεια του χκόσμου, λέγει σ' αυτούς" «θα ακούσετε για πολέμους». Και όμως εκείνοι δεν επρόκειτο να ακούσουν. Όμως το σώμα των πιστών είναι ένα. Και όπως οι τότε ακούν για τους μεταγενέστερους, έτσι και εμείς μαθαίνουμε για όσα έγιναν τότε. Γιατί, όπως είπα, εμείς και εκείνοι είμαστε ένα σώμα, δεμένοι πολύ στενά μεταξύ μας, έστω και αν κατέχουμε την τελευταία θέση των μελών. Και το σώμα αυτό ούτε ο χρόνος το χωρίζει ούτε ο τόπος, γιατί είμαστε δεμένοι μεταξύ μας όχι με τους ιστούς των νεύρων, αλλά περιβεβλημένοι από παντού με δεσμούς αγάπης. Γι' αυτό και σ' εκείνους για μας μιλάει, και εμείς ας ακούσουμε τα δικά τους.
Αξίζει ακόμη να εξετάσουμε και αυτό, γιατί δηλαδή λέγει παντού ότι τα δυσάρεστα θα συσσωρευθούν στα τέλη της παρούσας ζωής. Γιατί και αλλού λέγει" «κατά τις έσχατες ημέρες θα αποστατήσουν μερικοί από την πίστη». Και εδώ πάλι λέγει" «κατά τις έσχατες ημέρες θα έρθουν καιροί δύσκολοι». Και ο Χριστός προφητεύοντας τα ίδια μ' αυτά έλεγε- «κατά τη συντέλεια του κόσμου θ' ακούσετε για πολέμους και για φήμες πολέμων, για πείνα και για επιδημίες». Για ποιο λόγο λοιπόν στη συντέλεια του κόσμου θα συμβεί το μέγεθος και η συσσώρευση των συμφορών; Μερικοί ισχυρίζονται ότι όπως ένα σώμα γηρασμένο αποκτάει πολλές αρρώστιες έτσι και η φύση κουρασμένη και άρρωστη και καθώς γηράζει αποκτάει πολλές συμφορές. Αλλά το σώμα βαδίζει προς τα γηρατειά σύμφωνα με την αδυναμία και το νόμο της φύσης, ενώ οι επιδημίες και οι πόλεμοι και οι σεισμοί δε συμβαίνουν επειδή γηράζει η φύση. Ούτε πάλι επειδή τα ίδια τα κτίσματα γηράζουν, γι' αυτό θα συμβεί «πείνα και επιδημίες και σεισμοί σε διάφορους τόπους», αλλά επειδή η γνώμη των ανθρώπων πρόκειται να διαφθαρεί. Γιατί όλα αυτά είναι τιμωρίες αμαρτιών και φάρμακα για τις ασθένειες του ανθρώπου. Πραγματικά οι ανθρώπινες ασθένειες τότε αυξάνονται ακόμη περισσότερο.
Και για ποιο λόγο αυξάνονται τότε; Εμένα μου φαίνεται ότι γίνονται πιο αδιάφοροι εκείνοι που πρόκειται να δώσουν λόγο, επειδή αργεί το δικαστήριο και καθυστερούν οι ευθύνες και δεν ήρθε ακόμη ο κριτής. Αυτό ακριβώς λέγει και ο Χριστός για τον κακό δούλο, ότι δηλαδή από την αιτία αυτή έγινε πιο αδιάφορος. «Αργεί ο κύριός μου», λέγει ο δούλος, και γι' αυτό χτυπούσε τους συνδούλους του και σπαταλούσε την περιουσία του κυρίου του. Γι' αυτό και ο Χριστός στους μαθητές, που τον πλησίασαν και ήθελαν να μάθουν την ημέρα της συντέλειας του κόσμου, δεν τη φανέρωνε, θέλοντας να μας κρατάει σε συνεχή αγωνία με το αβέβαιο των μελλοντικών, για να γίνει ο καθένας πιο επιμελής καθώς προσδοκάει πάντοτε το μέλλον και ζει με την ελπίδα της παρουσίας του Χριστού. Γι' αυτό συμβουλεύει κάποιος λέγοντας" «μην αναβάλλεις να επιστρέψεις στον Κύριο, ούτε να περιμένεις από τη μια ημέρα στην άλλη, σαν να πρόκειται να καταστραφείς κάποτε».
Άδηλο είναι το τέλος, λέγει, και γι' αυτό είναι άδηλο, για να φροντίζεις πάντοτε. Γι' αυτό σαν κλέφτης μέσα στη νύχτα, έτσι έρχεται η ημέρα του Κυρίου" όχι για να κλέψει, αλλά για να μας ασφαλίσει περισσότερο. Γιατί εκείνος που προβλέπει τον κλέφτη, ζει αγρυπνώντας και ανάβοντας λυχνάρι, είναι πάντοτε ξυπνητός. Έτσι λοιπόν και σεις, αφού ανάψετε το φως της πίστης και της ορθής συμπεριφοράς, να έχετε αναμμένες τις λαμπάδες σας, αγρυπνώντας διαρκώς. Γιατί, αφού δεν ξέρουμε πότε έρχεται ο νυμφίος, πρέπει να είμαστε συνεχώς προετοιμασμένοι, για να μας βρει ξυπνητούς όταν έρθει.
7. Θα ήθελα να επεκτείνω το λόγο, αλλά και αυτά με δυσκολία μου επέτρεψε να τα πω η ασθένεια του σώματος, εξ αιτίας της οποίας τόσο πολύ καιρό χωρίσθηκα από σας. Γιατί για μένα ήταν πολύς ο καιρός, όχι από τον αριθμό των ημερών, αλλά από το μέτρο και τη διάθεση της ψυχής. Γιατί σ' αυτούς που αγαπούν και ο λίγος χρόνος του χωρισμού φαίνεται πολύς και απερίγραπτος. Γι' αυτό και ο Παύλος, όταν αποχωρίσθηκε για λίγο τους Θεσσαλονικείς, έλεγε" «εμείς, αδελφοί, όταν σας αποχωρισθήκαμε προσωρινά, με το σώμα και όχι με την καρδιά, πολλές φορές προσπαθήσαμε να σας δούμε». Αν όμως ο Παύλος, αυτός που γνώριζε περισσότερο απ' όλους να φιλοσοφεί, δεν άντεξε για λίγο το χωρισμό, πως εγώ θα αντέξω για τόσες ημέρες;
Εγώ όμως μη αντέχοντας πια και έχοντας τα κατάλοιπα της αρρώστιας έτρεξα σε σας, πιστεύοντας να πάρω σαν το πιο δυνατό φάρμακο τη συνάντηση της δικής σας αγάπης. Γιατί για μένα πιο χρήσιμο από τα χέρια των γιατρών και πιο ωφέλιμο από κάθε παρηγοριά που προέρχεται από εκεί είναι το να απολαμβάνω τη δική σας αγάπη. Αυτή την αγάπη είθε να την απολαμβάνω διαρκώς, με τις ευχές και τις πρεσβείες όλων των αγίων, για τη δόξα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μέσω του οποίου και μαζί με τον οποίο στον Πατέρα και συγχρόνως στο άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, η τιμή και η δύναμη, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.