Το θέμα των ηλεκτρονικών ταυτοτήτων έχει αποφασιστεί και προωθείται "εκ των άνω" χωρίς να προβάλλεται στα ΜΜΕ και χωρίς ασφαλώς να τίθεται σε διαβούλευση, έτσι ώστε να αποφευχθεί η μοίρα που περίμενε και την περιβόητη "κάρτα του πολίτη". Διοτί το θέμα των ηλεκτρονικών ταυτοτήτων, αν και προωθείται συστηματικά από τις τρεις τελευταίες κυβερνήσεις, κανείς δεν το τολμά να το θέσει σε δημόσια διαβούλευση για ευνόητους λόγους: διότι κανείς δε ρωτά τον σύγχρονο "σκλάβο" αν του αρέσουν οι "αλυσίδες" του. Είναι εμφανές ότι αυτή τη φορά το θέμα προωθείται αθόρυβα και κυριολεκτικά "κάτω από τη μύτη" πολιτών και φορέων. Οι ψηφιακές ταυτότητες οι οποίες υπαγορεύονται από τη συνθήκη Σένγκεν έχουν ήδη απορριφθεί σε έναν αριθμό ευρωπαϊκών χωρών είτε ως αντισυνταγματικές, είτε ως μέσο που παραβιάζει τα δικαιώματα ιδιωτικότητας των πολιτών. Επιπλέον, φημολογείται ότι οι νέες ταυτότητες θα δοθούν όχι μόνο σε Έλληνες ηπηκόους αλλά και σε αλλοδαπούς, αφού θα αντικαταστήσουν την πράσινη κάρτα. Αυτό άλλωστε είναι η κοινή πρακτική στις χώρες στις οποίες υπάρχουν οι ταυτότητες αυτές. Ωστόσο, στις περισσότερες χώρες υπήρξαν σοβαρές αντιδράσεις στο θέμα των ταυτοτήτων. Στη Βρετανία οι ηλεκτρονικές ταυτότητες καταστράφηκαν κατά χιλιάδες, αφότου είχε ήδη ξεκινήσει η έκδοσή τους από τις αρχές, αφού κρίθηκαν ασύμβατες με την νομοθεσία περί προστασίας της ιδιωτικότητας και την Ευρωπαϊκή Συνθήκη για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (άρθρο 8). Η επιτροπή της βρετανικής βουλής για τα ανθρώπινα δικαιώματα απεφάνθει ότι ο κίνδυνος από την παραβίαση των δικαιωμάτων των πολιτών είναι μεγαλύτερος από τα ωφέλη των ηλεκτρονικών ταυτοτήτων. Η Δανία αρνήθηκε εξαρχής να επικυρώσει τον εν λόγω κανονισμό της Σένγκεν για τα έγκυρα ταξιδιωτικά έγγραφα (τα οποία είναι οι εν λόγω ταυτότητες και τα διαβατήρια με μικροτσιπ). Την ίδια απόφαση πήραν και η Ιρλανδία, η Νορβηγία και η Ισλανδία, αρνούμενες να ενσωματώσουν τον σχετικο κανονισμό στο εθνικό τους δίκαιο και να εκδόσουν ηλεκτρονικές ταυτότητες (βλ. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ (ΕΚ) αριθ. 2252/2004 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 13ης Δεκεμβρίου 2004). Όλοι όσοι διάβασαν το δελτίο τύπου του Υπ. Προστασίας του Πολίτη της 14-6-2012 της κυβέρνησης Πικραμένου, τρεις μέρες πριν τις εκλογές, δικαίως υποψιάζονται ότι "η νέου τύπου ταυτότητα" δεν είναι παρά απλή μετονομασία της "κάρτας του πολίτη", και ότι πίσω από την εσπευσμένη έκδοσή τους βρίσκεται η ολοκληρωμένη διασύνδεση των βάσεων δεδομένων των κυβερνητικών πληροφοριακών συστημάτων (TAXISΝΕΤ, ηλ. συνταγογράφηση, δημοτολόγιο κ.λπ.). Ότι δηλαδή σε έναν μοναδικό κωδικό αριθμό θα διασυνδέονται όλα τα επιμέρους στοιχεία του πολίτη που αφορούν όλους τους τομείς δραστηριότητάς του. Αυτός ήταν άλλωστε και ο λόγος που απορρίφθηκαν από τις προαναφερθήσες χώρες: η διασύνδεση του μοναδικού ID με τα τις ψηφιακές βάσεις εκατοντάδων δημοσίων υπηρεσιών και όχι μόνο (τραπεζών, ιδ. επιχειρήσεων κτλ.). Ας μην ξεχνάμε ότι η έκδοση δελτίου ταυτότητας είναι υποχρεωτική μόνο σε έναν αριθμό χωρών, αφού υπάρχουν πολλές χώρες όπως η Αυστρία, η Ολλανδία και η Φιλανδία, όπου δεν απαιτείται. Υπάρχουν επίσης χώρες που δεν έχουν καθόλου ταυτότητες, μεταξύ αυτών είναι και η Βρετανία, η Αυστραλία και η Νορβηγία. Κατά συνέπεια, το επιχείρημα των τελευταίων κυβερνήσεων ότι χωρίς ηλεκτρονικές ταυτότητες η δημόσια διοίκηση δε θα είναι αποτελεσματική απλά δεν στέκει, αφού οι εν λόγω χώρες τα καταφέρνουν μια χαρά και χωρίς καθόλου ταυτότητες. Στη Βρετάνια, η κατάργηση του νομοσχεδίου για τις ηλεκτρονικές ταυτότητες και η καταστροφή τους ήταν η πρώτη νομοθετική πράξη της κυβέρνησης του Ντείβιντ Κάμερον, αφού όπως δήλωσε ο Αναπληρωτής Πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου, Πρόεδρος του Συμβουλίου και Υπουργός Συνταγματικών και Πολιτικών Μεταρρυθμίσεων στην κυβέρνηση συνασπισμού "The wasteful, bureaucratic and intrusive ID card system represents everything that has been wrong with government in recent years." (το σπάταλο, γραφειοκρατικό και παρεμβατικό σύστημα των ταυτοτήτων αυτών εκπροσωπεί ότι πιο λανθασμένο στην κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια). Επίσης, απεφάνθησαν ότι οι ταυτότητες αυτές, καθώς και οι βάσεις δεδομένων στις οποίες βασίζεται παραβιάζουν τις ελευθερίες και τα δικαιώματα ιδιωτικότητας των πολιτών. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι οι ταυτότητες καταστράφηκαν κατά χιλιάδες, χωρίς να αποζημιωθούν οι κάτοχοι τους για τα χρήματα που είχαν πλήρωσει για την έκδοσή τους (περίπου 30 λίρες). Ένα αντίστοιχο κόστος θα έχουν και οι ελληνικές ταυτότητες αφού σύντομα η ιδέα της δωρεάν αστυνομικής ταυτότητας θα αποτελεί παρελθόν.
Ενδεχομένως κάποιος να αναρωτηθεί τι διαφορά θα κάνει στην καθημερινή μας η ζωή το γεγονός ότι η ταυτότητα μας θα είναι ψηφιακή και όχι η μέχρι τώρα συμβατική. Καταρχήν θα πρέπει να κατανοήσουμε τα τεχνικά χαρακτηριστικά της ταυτότητας, αλλά και τους σκοπούς που θα εξυπηρετήσει. Από τις χώρες στις οποίες οι ταυτότητες αυτές έχουν ήδη εκδοθεί μαθαίνουμε ότι είναι εξοπλισμένες με την τεχνολογία RFID, μια τεχνολογία που μέχρι πρότινως χρησιμοποιούνταν μόνο για να εντοπίζεται η θέση των εμπορευμάτων μέσα σε μεγάλες αποθήκες και καταστήματα. Είναι εν ολίγοις μια προηγμένη τεχνολογία που σταδιακά αντικαθιστά το γραμμικό κώδικα (bar code) στη βιομηχανία, προσφέροντας νέες δυνατότητες εντοπισμού και αποθήκευσης δεδομένων. Η μεγάλη διαφορά του RFID σε σχέση με ότιδήποτε γνωρίζαμε μέχρι τώρα είναι ότι η κάρτα μπορεί να αναγνωστεί από οποιοδήποτε απομακρυσμένο μηχάνημα (contactless card readers), χωρίς απαραίτητα ο κάτοχος της ταυτότητας να γνωρίζει ότι η κάρτα που φέρει μαζί του "διαβάζεται" εκείνη τη στιγμή. Επίσης κάθε φορά που χρησιμοποιούμε την κάρτα αυτή για να πιστοποιήσουμε την ταυτότητα μας (ή για να πιστοποιήσει κάποιος άλλος την ταυτότητά μας, χωρίς απαραίτητα να έχει τη συγκατάθεσή μας γι' αυτό), αυτό δημιουργεί μια εγγραφή σε ένα σύστημα, για παράδειγμα το σύστημα μιας τράπεζας, το σύστημα μιας υπηρεσίας κτλ. Αυτό σημαίνει ότι εκατοντάδες υπηρεσίες και χιλιάδες τράπεζες και επιχειρήσεις (όλοι όσοι χρειάζονται να πιστοποιήσουν την ταυτότητά μας κατά τις συναλλαγές μας μαζί τους) θα έχουν αυτές τις συσκευές ανάγνωσης καρτών και τα δεδομένα από κάθε συναλλαγή μας θα μπορούν να συγκεντρωθούν σε ένα ολοκληρωμένο πληροφοριακό σύστημα.
Επιπλέον, ένας από τους σκοπούς της χρήσης του RFID είναι η ταυτοποίηση μας κατά τις online συναλλαγές μας στο διαδίκτυο. Όταν δηλαδή θέλουμε να προσπελάσουμε μια κυβερνητική σελίδα, να χρησιμοποιήσουμε το e-banking, να κάνουμε αγορές online, να καταθέσουμε τη φορολογική μας δήλωση στο TAXIS, να κατεβάσουμε μουσική κτλ. Αυτό μπορεί να γίνει με την ενσωμάτωση ενός RFID reader στα κομπιούτερ μας, όπου θα πιστοποιεί την ταυτότητά μας. Κάτι τέτοιο είναι επίσης πολύ εύκολο να γίνει με τη χρήση USB και ουσιαστικά θα προωθήσει και τη χρήση των ψηφιακών υπογραφών, αφού θα έχουν την ψηφιακή υπογραφή μας αποθηκευμένη, καθώς και πλήθος άλλων στοιχείων (βιομετρικά χαρακτηριστικά κτλ.). Το που θα καταλήγουν τελικά όλα αυτά τα δεδομένα των συναλλαγών και δραστηριοτήτων μας είναι άγνωστο. Ωστόσο γνωρίζουμε ότι η Σέγκεν χρησιμοποιεί διασυνδεδεμένα συστήματα και ότι τα δεδομένα αυτά μεταφέρονται σε εθνικό και διακρατικό επίπεδο. Αξίζει εδώ να σημειωθεί, ότι το RFID συστήμα στα βιομετρικά διαβατήρια είχε παραβιαστεί με επιτυχία από φοιτητές πανεπιστημίων από τα πρώτα στάδια της εφαρμογής τους, πράγμα που έχει ανοίξει μια διαμάχη για το θέμα. Παρόλ' αυτά, στη Γερμανία, το RFID χρησιμοποιείται στις ταυτότητες παρά τη σχετική ανησυχία. Επιπλέον, ας μην ξεχνάμε ότι κανένα πληροφοριακό σύστημα δεν είναι απολύτως ασφαλές και οι περιπτώσεις παραβιάσης κυβερνητικών συστημάτων είναι συνηθισμένες. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί η απώλεια των δεδομένων 25 εκατομμυριών φορολογουμένων στη Βρετανία από το HMRC (Her Majesty's Revenue and Customs, το αντίστοιχο της ελληνικής εφορίας). Οι ηλεκτρονικές ταυτότητες έχουν ήδη δοθεί πιλοτικά στους αστυνομικούς και τα σώματα ασφαλείας, ενώ παρόμοια χαρακτηριστικά με αυτές των αστυνομικών θα έχουν και οι ταυτότητες που θα δοθούν στους πολίτες και πιθανότατα στους αλλοδαπούς. Ωστόσο, έχουν υπάρξει αντιδράσεις από πλευράς αστυνομικών και το θέμα βρίσκεται ήδη στα δικαστήρια. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του αρχιφύλακα Δημήτρη Ανδρεάκου, ο οποιός αποτάχθηκε από την αστυνομία έπειτα από 20 χρόνια υπηρεσίας, επειδή αρνήθηκε να παραλάβει την ταυτότητα αυτή. Ο συνήγορός του εξήγησε ότι ο λόγος που αρνήθηκε - εκτός των θρησκευτικών του πεποιθήσεων - είναι ότι δεν γνώριζε τι είδους δεδομένα και που θα τηρούνται για το άτομό του. Δεν γνώριζε δηλάδη τι στοιχεία περιείχε η ταυτότητά του για κείνον. Επιπλέον, εξήγησε ότι η κάρτα μπορεί να διαβαζέται από οποιονδήποτε κυβερνητικό φορέα, από τους φορείς εξουσίας, αλλά όχι από τον ίδιο. Εν ολίγοις, με τις νέες ταυτότητες, οι φορείς εξουσίας - το κράτος εν προκειμένω - δηλαδή η εφορία, αστυνομία, υπηρεσιές αλλά και μη κρατικοί φορείς, όπως τράπεζες και διεθνείς υπηρεσίες πληροφοριών, θα έχουν πρόσβαση σε πληροφορίες που αφορούν κάθε τομέα της ζωής του πολίτη. Θα γνωρίζουν τα πάντα για τη συμπεριφορά, τις δραστηριότητες, την εργασία, τον τόπο κατοικίας, τις συνήθειες κτλ. του μέσου Έλληνα. Εάν αυτό μάλιστα συνδιαστεί με μια πρόσφατη οδηγία του Συμβουλίου της Ευρώπης για κατηγοριοποίηση των πολιτών με βάση τις πολιτικές τους πεποιθήσεις έτσι ώστε να προσδιοριστούν φορείς ακραίων ιδεολογιών (όπου με τη λέξη "ακραίος" η επίσημη απόφαση του Συμβουλίου ορίζει μεταξύ άλλων τους "εθνικιστές", εκείνους που είναι κατά της παγκοσμιοποίησης, τους ακροδεξιούς, τους ακροαριστερούς κτλ.), τότε καταλαβαίνουμε ότι κάθε έννοια προσωπικής ελευθερίας καταλύεται (βλ. Απόφαση COUNCIL OF THE EUROPEAN UNION, 30/3/2010, Document 5692/1/10 REV 1 ADD 1 REV 1 ENFOPOL 24 'Instrument for compiling data and information on violent radicalisation processes'). Η συγκεκριμένη απόφαση του Συμβουλίου της Ευρώπης διευκρινίζει ότι προκειμένου να προσδιοριστεί η ιδεολογία των πολιτών θα χρησιμοποιηθούν δεδομένα από διαφορετικές πηγές (δηλαδή από το διαδίκτυο, από κρατικές και διακρατικές βάσεις δεδομένων κτλ.) και από εθνικούς και διεθνείς φορείς. Όταν δηλαδή η ΕΕ έχει φτάσει να προτείνει την καταγραφή και προσδιορισμό της ιδεολογικής ταυτότητας των "ακραίων" αυτό σημαίνει ότι θα παρακολουθούνται οι πάντες για να προσδιοριστεί ποιοι είναι "ακραίοι" ή ποιοι μπορεί να γίνουν ακραίοι (radicalisation processes). Με άλλα λόγια, όλοι είναι ένοχοι μέχρι αποδείξεως του εναντίου. Αυτό παραπέμπει σε άλλες εποχές και άλλα καθεστώτα. Εμείς θεωρούμε, ότι η αρχή της δημοκρατίας μας είναι ότι οι πολίτες αποφασίζουν για τα κοινά και τα θέματα που τους αφορούν, και κατά συνέπεια το όλο θέμα πρέπει να τεθεί σε δημόσια διαβούλευση. Διότι ανακύπτουν σοβαρότατα ζητήματα παραβίασης της ιδιωτικότητας και της ελευθερίας των πολιτών, καθώς επίσης τίθενται θέματα διαφάνειας και σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θρησκευτικών πεποιθήσεων του Ελληνορθόδοξου λαού μας. Γεωργία Φωτεινού, Εκπρόσωπος Τύπου και Υπεύθυνη Δημοσίων Σχέσεων Συνδέσμου Εθνικής Ενότητας Υποψήφια Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Πατρών
πηγή
anavaseis