Ακούγοντας λοιπόν ο Παύλος ότι αυτά τα αμαρτήματα δεν τα θυμάται ο Θεός ο ίδιος συνεχώς τα μνημόνευε, λέγοντας τα εξής· «Δεν είμαι άξιος να ονομάζομαι απόστολος, διότι κατεδίωξα την εκκλησία του Θεού» και «Ο Χριστός ήρθε στον κόσμο να σώσει τούς αμαρτωλούς, μεταξύ των οποίων πρώτος είμαι εγώ». Δεν είπε ήμουν, αλλά είμαι.
Η συγχώρηση των αμαρτημάτων έγινε από το Θεό και η ενθύμηση των συγχωρηθέντων αμαρτημάτων δεν εξαφανιζόταν από τον Παύλο.
Εκείνα που ο Δεσπότης εξάλειψε, αυτά αυτός εξέθετε σε κοινό όνειδος. Διότι ακούσατε τον προφήτη που λέει, «και δεν θα τα ενθυμηθώ», συ όμως να τα ενθυμείσαι. Ο Θεός τον ονομάζει σκεύος εκλογής, και αυτός ονομάζει τον εαυτόν του πρώτον εξ όλων των αμαρτωλών.
Εάν δε δεν λησμονούσε τα συγχωρημένα αμαρτήματα, αναλογίσου πως ενθυμείτο τις ευεργεσίες του Θεού. Και γιατί λέω ότι δεν ντροπιάζει η ενθύμηση των αμαρτημάτων;
Δεν μας κάμει τόσον λαμπρούς η μνημόνευση των κατορθωμάτων, όσον η μνημόνευση των αμαρτημάτων μάλλον δε η μεν μνημόνευση των κατορθωμάτων όχι μόνον δεν μας κάμει λαμπρούς αλλά μας γεμίζει και από ντροπή και περιφρόνηση, η δε μνημόνευση των αμαρτημάτων μας γεμίζει με παρρησία και με πολλή δικαιοσύνη.
Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος